Δημοφιλή ¶ρθρα

Δημοφιλή ¶ρθρα

Υπηρεσίες

Δείτε επίσης

10 Κοινά Προβλήματα που Αντιμετωπίζουν στην Καθημερινότητα τους όσοι έχουν Αυτοάνοσο Νόσημα
Αυτοάνοσα & Χρόνια Νοσήματα
Εξειδικευμένες Εξετάσεις για την Αντιμετώπιση των Αυτοάνοσων Νοσημάτων
Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος & Χρόνια Φλεγμονή

Δείτε επίσης

Παράγοντες που Οδηγούν στην Ανάπτυξη Συστηματικού Ερυθηματώδη Λύκου (ΣΕΛ)


Η δυσκολία στην αντιμετώπιση του Λύκου έγκειται στο ότι οφείλεται σε πολλαπλούς παράγοντες που δρουν ταυτόχρονα και οδηγούν στην εκδήλωση του. 

Παράγοντες που Οδηγούν στην Ανάπτυξη Συστηματικού Ερυθηματώδη Λύκου (ΣΕΛ)

Ο λύκος προκαλείται από πολλαπλούς παράγοντες που δρουν ταυτόχρονα. 
Ορισμένοι άνθρωποι γεννιούνται με την προδιάθεση να αναπτύξουν λύκο, που μπορεί να πυροδοτηθεί από λοιμώξεις, ορισμένα φάρμακα ή το στρες.  

Ένας κεντρικός παράγοντας στην πυροδότηση του λύκου, είναι οι ελλείψεις του οργανισμού και οι μεταβολικές διαταραχές.


Οριακές ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές που είναι δύσκολο να εντοπιστούν με κοινές εργαστηριακές εξετάσεις, επιβαρύνουν την υγεία ασθενών με λύκο.
 
Εξειδικευμένες εξετάσεις καθοδηγούν ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, στη διόρθωση των ελλείψεων και στη διατροφή, που βελτιώνουν την πορεία της νόσου και την ποιότητα ζωής των ασθενών. 
 
Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ), είναι μια αυτοάνοση ασθένεια που εμφανίζεται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα λανθασμένα επιτίθεται σε δικά του όργανα και ιστούς. Η νόσος ονομάστηκε «λύκος», λόγω της ομοιότητας  που έχουν οι ερυθρές δερματικές βλάβες με δαγκωματιά λύκου.  
 
Ονομάζεται συστηματικός, γιατί η χρόνια φλεγμονή που προκαλείται από το λύκο μπορεί να επηρεάσει πολλά συστήματα του σώματος, όπως: οι αρθρώσεις, το δέρμα, τα αγγεία, κύτταρα του αίματος, εσωτερικά όργανα όπως ο εγκέφαλος, το νευρικό σύστημα, η καρδιά και οι πνεύμονες.
  
Αν και είναι ένα δύσκολο αυτοάνοσο νόσημα που μπορεί να δημιουργήσει πολλά προβλήματα στον ασθενή, η γενική προοπτική του είναι θετική. Με την κατάλληλη θεραπεία και συχνή παρακολούθηση υπολογίζεται ότι το 80-90% των ασθενών με λύκο θα έχουν φυσιολογικό προσδόκιμο ζωής[1]. Η βαρύτητα και η ένταση της νόσου εξαρτάται από τα όργανα που έχουν προσβληθεί και διαφέρει ανά περίπτωση. 



Επιπλοκές του Λύκου
 
Ένας κοινός φόβος που βιώνουν οι ασθενείς με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, είναι ο κίνδυνος να πληγεί κάποιο νέο όργανο από το νόσημα. Λόγω της φύσης της νόσου, που μπορεί απροειδοποίητα και αιφνίδια να πλήξει κάποιο όργανο, βρίσκονται σε συνεχή επαγρύπνηση για κάθε σύμπτωμα που νιώθουν και τους προξενεί ανησυχία, μήπως αφορά μια επιπλοκή σε νέο όργανο. 
 
Απλά συμπτώματα που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα προκαλούσαν ανησυχία, όπως ένα σφίξιμο στο στήθος, ένας βήχας, μια λοίμωξη του αναπνευστικού, για τους ασθενείς με ΣΕΛ αποτελούν καμπανάκι για πιθανή υποτροπή της νόσου. 


Η φλεγμονή στο λύκο μπορεί να προκαλέσει σε κάποιες περιπτώσεις επιπλοκές σε διαφορετικά όργανα στο σώμα.
  
Οι ασθενείς με λύκο αντιμετωπίζουν επιπλοκές όπως:
 
- Νεφρά: Ο λύκος μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νεφρική βλάβη και η νεφρική ανεπάρκεια.

- Εγκέφαλος και κεντρικό νευρικό σύστημα: μπορεί να εκδηλωθούν πονοκέφαλοι, ζάλη, αλλαγές συμπεριφοράς, προβλήματα όρασης, ακόμη και εγκεφαλικά επεισόδια ή επιληπτικές κρίσεις. Πολλοί άνθρωποι με λύκο αντιμετωπίζουν προβλήματα μνήμης και μπορεί να δυσκολεύονται να εκφράσουν τις σκέψεις τους.

Αίμα και αγγεία: Ο λύκος μπορεί να προκαλέσει αιματολογικά προβλήματα, συμπεριλαμβανομένου μειωμένου αριθμού ερυθρών αιμοσφαιρίων (αναιμία) και αυξημένου κινδύνου αιμορραγίας ή πήξης του αίματος. Μπορεί επίσης να προκαλέσει φλεγμονή των αιμοφόρων αγγείων.

Πνεύμονες: Ο λύκος αυξάνει τον κίνδυνο φλεγμονής στους πνεύμονες.

Καρδιά. Ο λύκος μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή του καρδιακού μυός, των αρτηριών ή της μεμβράνης που περιβάλει την καρδιά (περικαρδίτιδα).

-  Οστά: Βλάβες στα οστά με νέκρωση ιστού.

Επιπλοκές στην κύηση: Οι γυναίκες με λύκο έχουν αυξημένο κίνδυνο αποβολής. Ο Λύκος αυξάνει τον κίνδυνο υψηλής αρτηριακής πίεσης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του πρόωρου τοκετού.
 
Η συμπτωματολογία της νόσου σε συνδυασμό με το άγχος της διαχείρισης της, επηρεάζουν σημαντικά την καθημερινότητα, την ποιότητα ζωής και την πορεία της υγείας ατόμων με ΣΕΛ. 
 
Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα του λύκου είναι ένα εξάνθημα στο πρόσωπο, που απλώνεται και στα δύο μάγουλα και μοιάζει με τα φτερά μιας πεταλούδας. Το εξάνθημα εμφανίζεται σε πολλές, αλλά όχι σε όλες τις περιπτώσεις λύκου.




Εικόνα 1: Τυπικό εξάνθημα προσώπου με τη μορφή πεταλούδας σε γυναίκα με λύκο.
 

Τα πιο κοινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με ΣΕΛ είναι:
  • Έντονη κόπωση
  • Πόνος ή πρήξιμο των αρθρώσεων
  • Οίδημα (πρήξιμο) στα χέρια, στα πόδια και γύρω από τα μάτια
  • Πονοκέφαλους
  • Χαμηλός πυρετός
  • Ευαισθησία στο ηλιακό φως (φωτοευαισθησία)
  • Πόνος στο στήθος στη βαθιά αναπνοή
  • Τριχόπτωση
  • Έλκη στο στόμα
  • Διαταραχή στην αιματική κυκλοφορία στα χέρια και στα πόδια, όπου οι άκρες των δακτύλων γίνονται ωχρές ή μπλε (σύνδρομο Ρεϊνό)
     
Σήμερα ο λύκος δε θεωρείται πλέον μια θανατηφόρα νόσος για την πλειοψηφία των περιπτώσεων. Νέες φαρμακευτικές θεραπείες και η διαχείριση των παραγόντων που οδηγούν στην ανάπτυξη του, έχουν βελτιώσει την πορεία της νόσου.
 
Η αγωγή στοχεύει στον έλεγχο των συμπτωμάτων και τη ρύθμιση της φλεγμονής. Για τον προσδιορισμό της αντιμετώπισης ή μη των συμπτωμάτων και ποια φάρμακα πρέπει να χρησιμοποιηθούν, απαιτείται προσεκτική συζήτηση για τα οφέλη και τους κινδύνους, μεταξύ του ασθενούς και του θεράποντα γιατρού.
 
Καθώς υποχωρούν τα συμπτώματα, μπορεί να χρειαστεί αλλαγή στα φάρμακα ή στις δοσολογίες.


Ωστόσο, για την αποτελεσματική διαχείριση του ΣΕΛ, δεν αρκεί η λήψη φαρμακευτικής αγωγής από μόνη της. Χρειάζεται να εντοπιστούν και να διαχειριστούν παράλληλα οι ελλείψεις και οι μεταβολικές διαταραχές που οδηγούν στην εκδήλωση της νόσου και επηρεάζουν την πορεία της. 

Σε διαφορετική περίπτωση, εάν δε διαχειριστούν οι ελλείψεις και οι μεταβολικές διαταραχές που εμπλέκονται στην ανάπτυξη της νόσου, η πορεία της προχωρά σε σταθερή και σταδιακή επιδείνωση μέσα από εξάρσεις και υφέσεις, επιβαρύνοντας την καθημερινότητα και την κατάσταση υγείας του ασθενή. 
 
Στο συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, πέρα από τα συμπτώματα που συνδέονται με τη νόσο, ο ασθενής βιώνει και συμπτώματα όπως καταβολή, έλλειψη ενέργειας, διαταραχές στη διάθεση, μειωμένη πνευματική διαύγεια, διαταραχή του ύπνου, μειωμένη λίμπιντο και συμπτώματα από τη χρόνια φλεγμονή, όπως δέκατα και ευαισθησία στις λοιμώξεις, τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μέσω φαρμακευτικής αγωγής.  

Τα τελευταία χρόνια εξειδικευμένες εξετάσεις εντοπίζουν τις ελλείψεις του οργανισμού και τις μεταβολικές διαταραχές που οδηγούν στην εκδήλωση του Λύκου και επιτρέπουν τη διόρθωση τους, βελτιώνοντας σημαντικά την πορεία της υγείας και την καθημερινότητα των ασθενών που πάσχουν από αυτόν. 


 
 
Ελλείψεις του Οργανισμού & Μεταβολικές Διαταραχές που Συνδέονται με την Ανάπτυξη Συστηματικού Ερυθηματώδους Λύκου
 
Η νόσος επηρεάζεται από τη λειτουργία του ορμονικού, του γαστρεντερικού, του νευρικού και του ανοσοποιητικού συστήματος. Πρόκειται για μια νόσο με σημαντικό μεταβολικό υπόβαθρο. Η ταυτόχρονη παρουσία ελλείψεων σε βιταμίνες και μεταβολικές διαταραχές όπως[2-6]:


1. Έλλειψη σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα

Η έλλειψη ωμέγα-3 λιπαρών οξέων επηρεάζει αρνητικά την ικανότητα του οργανισμού να διαχειρίζεται τις φλεγμονές και να επουλώνει βλάβες σε όργανα και ιστούς. Ελλείψεις σε ωμέγα-3 ενισχύουν την χρόνια φλεγμονή και με αυξάνουν τη δραστηριότητα της νόσου σε ασθενείς με λύκο. 

2. Έλλειψη σε Βιταμίνες & Μικροθρεπτικά Συστατικά

Ελλείψεις σε βιταμίνες D, C, E, A, B και μεταλλικά στοιχεία όπως το σελήνιο, ο χαλκός και ο ψευδάργυρος, επιδεινώνουν την πορεία ασθενών με λύκο. Η διόρθωση των ελλείψεων και η ισορροπημένη πρόσληψη τους, έχει επιδείξει ότι βελτιώνει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού, μειώνει τη δραστηριότητα της νόσου και ενισχύει την υγεία ασθενών με λύκο.
 
3. Δυσλειτουργία του Οργανισμού στη Βιταμίνη D

 Οι ασθενείς με αυτοάνοσο νόσημα εμφανίζουν δυσλειτουργία στην απόκριση του οργανισμού τους στη βιολογική δράση της βιταμίνης D. Η χαμηλή απόκριση των ασθενών σε φυσιολογικά επίπεδα D είναι ένας από τους βασικούς μηχανισμούς που οδηγούν στην ανάπτυξη αυτοάνοσων νοσημάτων. ¶τομα με αυτοάνοσο νόσημα χρειάζονται μεγαλύτερη συγκέντρωση στο αίμα τους, ώστε να έχουν τα ίδια οφέλη που παρατηρούνται σε υγιή άτομα. Η χαμηλή απόκριση στη βιταμίνη D, μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη χορήγηση θεραπευτικών δόσεων βιταμίνης D, παράλληλα με την παρακολούθηση δεικτών που παρέχουν εικόνα για τη βιολογική της δράση.

4. Διαταραχή της Μικροβιακής Χλωρίδας του Οργανισμού 

Ο συστηματικές ερυθηματώδης λύκος συνδέεται με διαταραχή της ισορροπίας των μικροοργανισμών στον οργανισμό. Η μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου έχει σημαντική ανοσορυθμιστική δράση. Αλλοιώσεις στη χλωρίδα του εντέρου συνδέονται με την πορεία του λύκου και με την πυροδότηση εξάρσεων.
 
Επιπρόσθετα, οι αλλοιώσεις στο εντερικό μικροβίωμα προκαλούν μεταβολικές διαταραχές που επηρεάζουν την παραγωγή ενέργειας του οργανισμού, την απορρόφηση βιταμινών και θρεπτικών συστατικών και την ικανότητα διαχείρισης της φλεγμονής.
 
Ιατρικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στην αποκατάσταση του μικροβιώματος έχουν θετική επίδραση στην πορεία της νόσου, στη μείωση των εξάρσεων και στην υγεία των ασθενών με λύκο. 


5. Αντίσταση στην Ινσουλίνη

Ασθενείς με λύκο εκδηλώνουν δυσλειτουργία στη δράση της ινσουλίνης. Η ινσουλίνη ρυθμίζει τα επίπεδα του ζαχάρου στο αίμα.
 
Έχει βρεθεί ότι σε ασθενείς με λύκο τα κύτταρα στο ήπαρ και στο λιπώδη ιστό δεν ανταποκρίνονται στην ινσουλίνη. Το σώμα αυτών των ασθενών παράγει όλο και μεγαλύτερες ποσότητες ινσουλίνης, που αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και επιβαρύνουν σημαντικά την πορεία του λύκου.
 
Η βελτίωση της αντίστασης στην ινσουλίνη με παρεμβάσεις στη διατροφή και στη διόρθωση ελλείψεων που συνδέονται με αυτή, είναι ζωτικής σημασία στους ασθενείς με λύκο. 

Οριακές ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές που είναι δύσκολο να εντοπιστούν με κοινές εργαστηριακές εξετάσεις, επιβαρύνουν την υγεία ασθενών με λύκο[3-8]
 
Αυτός είναι και ο λόγος που η λήψη φαρμακευτικής αγωγής δεν αρκεί για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του νοσήματος. Είναι συχνό οι ασθενείς με Λύκο να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη ρύθμιση της νόσου τους και δεν καταφέρνουν να νιώσουν αισθητά καλύτερα, παρά την προσπάθεια που καταβάλλουν, να ακολουθούν σταθερά την αγωγή τους, να επισκέπτονται τακτικά το γιατρό τους για να κάνουν τις εξετάσεις τους και να μειώσουν το στρες της καθημερινότητας.
 
Η λήψη φαρμακευτικής αγωγής για τη ρύθμιση των συμπτωμάτων και τον έλεγχο της φλεγμονής είναι απαραίτητο κομμάτι της αντιμετώπισης στο Λύκο, ωστόσο δεν είναι αρκεί από μόνη της ώστε να επιτευχθεί πλήρης έλεγχος της νόσου.
 
Παράλληλα με την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και τη ρύθμιση της φαρμακευτικής αγωγής, πρέπει να αντιμετωπιστούν οι μεταβολικές διαταραχές και οι ελλείψεις που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των ασθενών και επιδεινώνουν τη συμπτωματολογία και την πορεία του Λύκου.
 
Κατά την τελευταία κυρίως πενταετία, έχει βρεθεί ότι διαταραχές των μεταβολικών διεργασιών, είναι κεντρικός παράγοντας στην ανάπτυξη του λύκου και των αυτοάνοσων ασθενειών. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα στη μάχη κατά του λύκου, που έχει αυξήσει την κατανόηση των μηχανισμών ανάπτυξης της νόσου και έχει βελτιώσει την αντιμετώπιση της[3-8].  
 
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η δράση του ανοσοποιητικού συστήματος ρυθμίζεται και προσαρμόζεται συνεχώς με βάση τη(ν):


  • Ικανότητα του οργανισμού να παράγει ενέργεια (μιτοχόνδρια)
     
  • Φυσική δραστηριότητα
     
  • Ποσότητα και την ποιότητα της τροφής
     
  • Σύσταση της μικροβιακής χλωρίδας
     
  • Επάρκεια ή έλλειψη βιταμινών, αμινοξέων (γλουταμίνη, Ν-ακετυλκυστεΐνη ), λιπαρών οξέων (ωμέγα 3, 6 και 9), αντιοξειδωτικών και άλλων μικροθρεπτικών συστατικών
     
  • Δράση της ινσουλίνης
 
Διαταραχές στις παραπάνω μεταβολικές διαδικασίες οδηγούν σε υπερδιέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος και απώλεια της ικανότητας του να ξεχωρίζει ξένα στοιχεία από τα δικά του όργανα και ιστούς.


Η αντιμετώπιση της χρόνιας φλεγμονής που πυροδοτεί τις επιπλοκές του ΣΕΛ και η ρύθμιση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού αποτελούν κεντρικό παράγοντα στην εξέλιξη της πορείας του Συστηματικού Ερυθηματώδη Λύκου.
 
Ο εντοπισμός και η διόρθωση ελλείψεων και μεταβολικών διαταραχών που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της χρόνιας φλεγμονής, βελτιώνουν την πορεία της νόσου σε ασθενείς με Λύκο.
 
Η ιατρική παρακολούθηση των ασθενών με ΣΕΛ πρέπει να συνδυάζει ταυτόχρονα τόσο τη διαχείριση της φλεγμονής και της συμπτωματολογίας της νόσου, όσο και τη διόρθωση των ελλείψεων και των μεταβολικών διαταραχών που οδήγησαν στην ανάπτυξη της.


Εξειδικευμένες εξετάσεις καθοδηγούν ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, στη διόρθωση των ελλείψεων και στη διατροφή, που βελτιώνουν την πορεία της νόσου και την ποιότητα ζωής των ασθενών. 
 

Εντοπισμός & Διόρθωση των Ελλείψεων
 
Η δυσκολία στην αντιμετώπιση των παραπάνω ελλείψεων και διαταραχών έγκειται στο γεγονός ότι είναι δύσκολο να εντοπιστούν με τις κοινές εργαστηριακές εξετάσεις.
 
Συνήθως περνούν απαρατήρητες για πολλά χρόνια και επιδεινώνουν την υγεία και την πορεία της νόσου ασθενών με λύκο. Αυξάνουν τη συχνότητα υποτροπών, τον κίνδυνο βλάβης σε όργανα και την ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου και μειώνουν την ανταπόκριση στην φαρμακευτική αγωγή.
 
Κατά την τελευταία δεκαετία, η μέτρηση πολύ μικρών μορίων που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού, των μεταβολιτών, παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις ελλείψεις και τις μεταβολικές διαταραχές που συνοδεύουν το λύκο.
 
Οι συγκεκριμένες εξετάσεις ονομάζονται μεταβολομικές αναλύσεις και απευθύνονται σε ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με αυτοάνοσο ή χρόνιo νόσημα.
 
Πρόκειται για μια ευαίσθητη μέθοδο μέτρησης, που ανιχνεύει τις ελλείψεις του οργανισμού και τις μεταβολικές διαταραχές που συνδέονται με τη διαχείριση της φλεγμονής και την πορεία αυτής της κατηγορίας ασθενειών[7-8].
 
Οι μεταβολομικές αναλύσεις είναι μια κατηγορία εξειδικευμένων εξετάσεων που ανιχνεύουν περισσότερους από 80 δείκτες, που αφορούν:


  • Στο μεταβολισμό των λιπαρών οξέων: η σχέση μεταξύ ωμέγα-3 και ωμέγα-6 λιπαρών είναι σημαντικός δείκτης για την ικανότητα του οργανισμού να διαχειρίζεται τις φλεγμονές, ενώ παράλληλα παίζουν κεντρικό ρόλο στη ρύθμιση της φυσιολογικής απόκρισης του ανοσοποιητικού συστήματος.
     
  • Σε ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών: ελλείψεις σε βιταμίνη D, βιταμίνη C, σελήνιο, ψευδάργυρο, αντιοξειδωτικά και ωμέγα-3.
     
  • Στην παραγωγή ενέργειας στα μιτοχόνδρια (οργανίδια όπου παράγεται ενέργεια στα κύτταρα)
     
  • Σε δυσχέρεια στο μεταβολισμό των απλών ζαχάρων: κατανάλωση απλών ζαχάρων μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να μεταβολίσει ο κάθε οργανισμός, πυροδοτεί φλεγμονές και είναι σημαντικός δείκτης για την πορεία των αυτοάνοσων και χρόνιων ασθενειών.
     
  • Στην αντίσταση στην ινσουλίνη: Αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης διαταράσσουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού, επιδεινώνουν τη φλεγμονή και επιταχύνουν την καταστροφή των οργάνων. 
     
  • Στην κατάσταση της μικροβιακής χλωρίδας του οργανισμού: αλλοίωση του μικροβιώματος συνδέεται με επιδείνωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος και της ικανότητας του να ξεχωρίζει μεταξύ των δικών του ιστών και εξωγενών στοιχείων, όπως παθογόνα μικρόβια και ιοί.
 
Το είδος των συγκεκριμένων αναλύσεων διαφέρει από τις κοινές εργαστηριακές εξετάσεις. Πρόκειται για υψηλά εξειδικευμένες εξετάσεις, που μετρούν πολύ μικρά μόρια στον οργανισμό και διενεργούνται σε λιγότερα από 10 εργαστήρια παγκοσμίως, με πολύ υψηλά στάνταρ.

Στην Ελλάδα διενεργούνται αποκλειστικά στην κλινική μας.
 
Με τη χρήση των μεταβολομικών αναλύσεων, ανιχνεύονται μικρά μόρια που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού και καταγράφουν με ακρίβεια τις ελλείψεις και τις μεταβολικές διαταραχές που τροφοδοτούν τη φλεγμονή και επιβαρύνουν την πορεία του λύκου.
 
Σε περίπτωση που δεν εντοπιστούν οι ελλείψεις και οι μεταβολικές διαταραχές που προάγουν τη χρόνια φλεγμονή και εμποδίζουν την επίλυση της, η πορεία της υγείας επιδεινώνεται σταθερά, ενώ μειώνεται σημαντικά η απόκριση σε φαρμακευτικές αγωγές που στοχεύουν στη διακοπή της φλεγμονής και στη διαχείριση των υποτροπών, όπως κορτιζόνη, αντιφλεγμονώδη και βιολογικοί παράγοντες. 
 
Η κλινική μας έχει βοηθήσει πάνω από 25.000 άτομα με αυτοάνοσα και χρόνια νοσήματα, κατά την τελευταία δεκαετία. Ένας σημαντικός αριθμός από τους ασθενείς που παρακολουθούμε πάσχει από λύκο. Με βάση την κλινική μας εμπειρία στους ασθενείς με ΣΕΛ, ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής και διατροφής επιφέρουν:


  • Βελτίωση της πορείας της νόσου 
     
  • Μείωση του κινδύνου βλάβης σε όργανα στόχους (καρδιά, νεφροί, δέρμα, πνεύμονες, κεντρικό νευρικό σύστημα)
     
  • Βελτίωση της ανταπόκρισης στη φαρμακευτική αγωγή
     
  • Μείωση των φλεγμονωδών εξάρσεων της νόσου
     
  • Αύξηση των επιπέδων ενέργειας και βελτίωση της ποιότητας ζωής
 
Έχουμε διαπιστώσει ότι για να επιτευχθεί μια ουσιαστική βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής, πρέπει ο κάθε ασθενής να αντιμετωπιστεί ως μια μοναδική περίπτωση και να αποκατασταθούν οι μεταβολικές διαταραχές και οι ελλείψεις του οργανισμού σε βασικά θρεπτικά στοιχεία, που οδήγησαν στην εκδήλωση νόσου. 
 
Η φαρμακευτική αγωγή, η διόρθωση των ελλείψεων και η διατροφή του κάθε ασθενούς, πρέπει να προσαρμόζονται στο μεταβολικό του προφίλ. Κατ’ αυτό τον τρόπο, οι αλλαγές και οι βελτιώσεις διατηρούνται μακροπρόθεσμα.  
 
Παρότι δεν υφίσταται μόνιμη θεραπεία για το λύκο, μέσα από την κλινική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι ο έλεγχος των συμπτωμάτων και η παράλληλη αντιμετώπιση των μεταβολικών διαταραχών της νόσου, βελτιώνουν σημαντικά την πορεία της υγείας ασθενών με ΣΕΛ, βοηθούν στον καλύτερο έλεγχο των συμπτωμάτων και στη μείωση της συχνότητας των υποτροπών. 

Σήμερα η ιατρική διαθέτει περισσότερα εργαλεία από αυτά που διέθετε δέκα ή πέντε μόλις χρόνια πριν.
 
Στοχευμένες ιατρικές παρεμβάσεις για τη διόρθωση των ελλείψεων του οργανισμού, σε συνδυασμό με τη χρήση νέων αποτελεσματικότερων και πιο φιλικών φαρμακευτικών αγωγών, αλλάζουν την πορεία της νόσου και την ποιότητα ζωής των ασθενών με λύκο.
 

 


 
Βιβλιογραφικές Αναφορές:


  1. Prognosis and life expectancy. National Resoirce Center on Lupus
  2. Omega-3 and Omega-6 Fatty Acid Intake May Affect Lupus Outcomes  November 04, 2017. American College of Rheumatology
  3. Effect of omega-3 fatty acids on systemic lupus erythematosus disease activity: A systematic review and meta-analysis  Alí Duarte-García et al. Autoimmun Rev . 2020 Dec
  4. Vitamin D Resistance as a Possible Cause of Autoimmune Diseases: A Hypothesis Confirmed by a Therapeutic High-Dose Vitamin D Protocol. Dirk Lemke et al. Front. Immunol. April 2021
  5. Lupus nephritis is linked to disease-activity associated expansions and immunity to a gut commensal. Doua Azzouz, Aidana Omarbekova, Adriana Heguy, Dominik Schwudke, Nicolas Gisch, Brad H. Rovin, Roberto Caricchio, Jill P. Buyon, Alexander V. Alekseyenko, Gregg J. Silverman.Annals of the Rheumatic Diseases, 2019.
  6. Gut Microbiome and Metabolites in Systemic Lupus Erythematosus: Link, Mechanisms and Intervention  Lingshu Zhang et al. Front. Immunol., 15 July 2021
  7. Immunometabolism in systemic lupus erythematosus. Laurence Morel. Nature Reviews Rheumatology, 2017 May.
  8. New insights into the immunopathogenesis of systemic lupus erythematosus. George C. Tsokos et al. Nature Reviews Rheumatology. December 2016.
  9. The Microbiome and Systemic Lupus Erythematosus List of authors. James T. Rosenbaum, M.D., and Gregg J. Silverman, M.D. N Engl J Med 2018.
  10. Metabolism and Autoimmune Responses: The microRNA Connection. Alessandra Colamatteo, Veronica de Rosa et al. Frontiers in Immunology. August 2019.
  11. Immunometabolism in the pathogenesis of systemic lupus erythematosus. Chen-xingZhang et al. Journal of Translational Autoimmunity, 2020.
  12. Metabolic pressure and the breach of immunological self-tolerance Veronica De Rosa, Antonio La Cava & Giuseppe Matarese. 18 October 2017. Nature Immunology.
  13.  Systemic Lupus Erythematosus (SLE). Centers for Disease Control and Prevention.
  14. What is lupus? Lupus Foundation of America
  15. Metabolic profiling of organic and fatty acids in chronic and autoimmune diseases. Evangelia Sarandi, Dimitris Tsoukalas et al. Advances in Clinical Chemistry. July 15, 2020. Elsevier Inc.
  16. Targeted Metabolomic Analysis of Serum Fatty Acids for the Prediction of Autoimmune Diseases. Tsoukalas, D, Saranti E, Fraggkoulakis V, et al. Front. Mol. Biosci. 6, 1–14 (2019).
  17. Metabolism as a Target for Modulation in Autoimmune Diseases. Nick Huang Andras Perl. Cell, Trends in ImmunologyMay 05, 2018
  18. Chronic Inflammation in the Context of Everyday Life: Dietary Changes as Mitigating Factors. Margină, D.; Ungurianu, A.; Purdel, C.; Tsoukalas, D.; Sarandi, E.; Thanasoula, M.; Tekos, F.; Mesnage, R.; Kouretas, D.; Tsatsakis, A. Int. J. Environ. Res. Public Health 2020, 17, 4135.
  19. Non-communicable Diseases in the Era of Precision Medicine: An Overview of the Causing Factors and Prospects.   Dimitris Tsoukalas, Evangelia Sarandi, Maria Thanasoula.  Bio#Futures. Springer, Cham. May 2021.
  20. Prediction of Autoimmune Diseases by Targeted Metabolomic Assay of Urinary Organic Acids. Dimitris Tsoukalas et al. Metabolites. 2020 Dec 8. DOI: 10.3390/metabo10120502 
 
 
 
Επιμέλεια Κειμένου: Επιστημονική Ομάδα Metabolomic Medicine

Συνεργαζόμαστε με ερευνητές και ιδρύματα σε όλο τον κόσμο για να παρέχουμε τις πιο προηγμένες και ακριβείς αναλύσεις.
Δείτε την κλινική

Ποιοι Είμαστε

www.metabolomicmedicine.com Η Επιστημονική Ομάδα της Metabolomic Clinic αποτελείται από εξειδικευμένους κλινικούς ιατρούς που μοιράζονται μαζί σας την εμπειρία τους στην αιχμή της σύγχρονης ιατρικής. Δείτε τους όλους
Ας κρατήσουμε επαφή.
Εγγραφείτε στο newsletter και κατεβάστε δωρεάν τον οδηγό για όσους έχουν διαγνωστεί με αυτοάνοσο νόσημα.